Αχλαδόκαστρο.

Το Αχλαδόκαστρο (πρώην Αρτοτίβα) είναι το αρχαιότερο χωριό του τέως Δήμου Προσχίου, είχε 90 οικογένειες και ήταν έδρα Κατή και Κοτζιάμπαση.
Οι πρώτοι κάτοικοι ήταν ο Παπαλέξης, Αγγελάκης, Πυλαρινός ( από την Πύλαρο Κεφαλληνίας ) και ο Τσίγκας.
Ο Παπαλέξης ήταν ιερέας και Κοτζιάμπασης και αντίπαλος του ήταν ο Τσίγκας. Κατόπιν υποκινήσεως του Τσίγκα οκτώ (8) ληστές σκότωσαν τον Παπαλέξη μέσα στην εκκλησία και η οικογένεια του κατέφυγε στην Ρωσία όπου επιδόθηκε στον στρατιωτικό βίο και διακρίθηκε.
Λόγω του φόνου του Παπαλέξη, ο οποίος ήταν Κοτζιάμπασης, το 1780 περίπου Τουρκικό απόσπασμα προς εκδίκηση του ανωτέρου φόνου ήρθε και πυρπόλησε το χωριό και τα εξωκλήσια, τα ερείπια των οποίων φαίνονται ακόμα και σήμερα. Τότε οι κάτοικοι διασκορπίστηκαν σε διάφορα χωριά, Χρυσοβίτσα, Στράνωμα και Μωρόσκλαβο όπου πήγε και εγκαταστάθηκε και ο Τσίγκας και η περιφέρεια του Αχλαδοκάστρου (πρώην Αρτοτίβας) περιήλθε στην κυριότητα του Πλατάνου. Αυτό το μαρτυρούν ακόμη και σήμερα οι υπάρχοντες πολλοί αγροί των Πλατανιωτών στην περιφέρεια του Αχλαδοκάστρου (πρώην Αρτοτίβας), άλλοι δε αργότερα αγοράστηκαν από τους κατοίκους της Αρτοτίβας. Η περιφέρεια του έφθανε και πέρα του Ευήνου μέχρι το Σαχόρεμα και το Βαλτσόρεμα, αλλά αυτή περιήλθε αργότερα στην οικογένεια Σισμαναίων επί Τουρκοκρατίας.
Για εικοσιπέντε (25) χρόνια το χωριό ήταν έρημο και κατόπιν κατοικήθηκε με την επάνοδο μερικών κατοίκων, ιδίως των οικογενειών Πυλαρινού και Αγγελάκη, οι οποίοι σήμερα αποτελούν την πλειοψηφία του χωριού. Οι δύο (2) οικογένειες Πυλαρινού και Αγγελάκη, οπλαρχηγού, διατελούσαν σε έριδες κάτι που συμβαίνει μέχρι και σήμερα. Προς ενίσχυση του ο Πυλαρινός κάλεσε σε βοήθεια τον Γιουσούφ Αράπη και έτσι το 1818 ο Ι.Αγγελάκης έκανε μάχη με τον Γιουσούφ Αράπη στη γέφυρα της Αρτοτίβας, όπου οι κάτοικοι κρύφτηκαν στους βράχους «Ριζόβραχα» στην αριστερή όχθη του ποταμού Ευήνου (Φίδαρη).
Η αλλαγή του ονόματος του χωριού από Αρτοτίβα σε Αχλαδόκαστρο έγινε το έτος 1928 (ΦΕΚ 156Α/1928) και προέρχεται από την σύνθετη λέξη Αχλάδι και Κάστρο γιατί το χωριό παράγει πολλά αχλάδια και έχει πολλά κάστρα λόγω της φυσικής του τοποθεσίας.
Το χωριό έχει υψόμετρο 750 μέτρα. Το έδαφος είναι κατάλληλο για την κτηνοτροφία. Το καλοκαίρι είναι θερμό ενώ ο χειμώνας είναι ψυχρός. Οι κάτοικοι του χωριού έχουν δημιουργήσει το σύλλογο «Άγιος Νικόλαος» Αδελφότητα Αχλαδοκαστριτών Ναυπακτίας. Πολιούχος του χωριού είναι ο «Άγιος Νικόλαος» στις 6 Δεκεμβρίου, λόγω τον χειμώνα όμως είναι αδύνατη η μετακίνηση των χωριανών από την Αθήνα και τις άλλες πόλεις, γι' αυτό και καθιερώθηκε το πανηγύρι να γίνεται κάθε χρόνο στις 15 Αυγούστου, ημέρα εορτασμού της Παναγίας της Θεοτόκου, περιόδου όπου το χωριό παρουσιάζει μεγάλη κίνηση.
ΑΞΙΟΘΕΑΤΑ:
Ιερός Ναός Αγίου Νικολάου
Ο Ιερός ναός του Αγίου Νικολάου, πολιούχου του χωριού, βρίσκεται στο πάνω μέρος του χωριού και σε ύψωμα. Το καμπαναριό της εκκλησίας ολοκληρώθηκε στις 9 Ιουνίου 1927 ημέρα Δευτέρα.
Εξωκλήσι του Αγίου Γεωργίου
Το εξωκλήσι του Αγίου Γεωργίου βρίσκεται στην είσοδο του χωριού και σε μικρό λοφίσκο.
Εξωκλήσι του Προφήτη Ηλία (Αϊ-Λιάς)
Το εξωκλήσι του Προφήτη Ηλία (Αϊ-Λιάς) όπως και όλα σχεδόν τα εξωκλήσια του Προφήτη Ηλία βρίσκεται σε ύψωμα.
Εξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής
Το εξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής βρίσκεται μέσα στο νεκροταφείο του χωριού.
Δημοτικό Σχολείο
Το Δημοτικό σχολείο του Αχλαδοκάστρου είναι ιδιαίτερου αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος και κατασκευής καθώς και υψηλού αισθητικού επιπέδου. Από το 2000 έχει παραχωρηθεί σε σύλλογο του Αχλαδοκάστρου και σήμερα λειτουργεί ως Λαογραφικό Μουσείο αποτελώντας ένα στολίδι για το χωριό ώστε οι νεότεροι να μην ξεχάσουν το παρελθόν του χωριού.
Το γεφύρι της Αρτοτίβας
Στον φυσικό δρόμο που συνδέει την Τριχωνίδα με την ορεινή Ναυπακτία, ανάμεσα σε δύο βραχώδεις και απότομους λόφους προβάλλει με περισσή χάρη το Γεφύρι της Αρτοτίβας (η «Καμάρα»), σημείο αναφοράς για τους ντόπιους και άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιστορία, την οικονομία και την κοινωνική ζωή της ευρύτερης περιοχής. Το Γεφύρι της Αρτοτίβας είναι το παλαιότερο που σώζεται σήμερα στον ποταμό Εύηνο, είναι κτισμένο σε 9έοη μοναδική στο στενότερο σημείο του ποταμού, λίγο πριν συναντήσει τον παραπόταμο του Κότσαλο, πάνω στο παλιό μονοπάτι που συνδέει την Κάτω Χρυσοβίτσα με το Αχλαδόκαστρο (πρώην Αρτοτίβα). Εξυπηρετούσε τις ανάγκες επικοινωνίας όχι μόνο των δύο χωριών αλλά της ευρύτερης περιοχής, της ορεινής ενδοχώρας (Ναυπακτία, Καρπενήσι, Θεσσαλία) με τον κάμπο της Τριχωνίδας, το Μεσολόγγι, τι ς ακτές του Ιονίου. Το καλοκαίρι ο διαβάτης μπορούσε να περάσει και από άλλα σημεία του ποταμού αλλά τον χειμώνα όταν ο Εύηνος είναι "κατεβασμένος" υποχρεωτικά οδηγείται στο Γεφύρι της Αρτοτίβας. Γραπτές μαρτυρίες για το Γεφύρι και ασφαλή χρονολογικά στοιχεία δεν υπάρχουν. Η τοπική παράδοση την ανάγει στα χρόνια της Βενετοκρατίας (1407-1499). Ωστόσο όμως ο τρόπος κατασκευής του εμφανίζει τα χαρακτηριστικά των ηπειρώτικων γεφυριών της Τουρκοκρατίας. Πι9ανότατα στο σημείο αυτό να υπήρχε παλαιότερο γεφύρι λόγω ακριβώς της σημασίας του περάσματος. Το Γεφύρι στη σημερινή του μορφή πρέπει να κατασκευάστηκε κατά το δεύτερο ήμισυ του 18ου αιώνα πι9ανόν από Ηπειρώτες ή και ντόπιους μαστόρους. Το Γεφύρι είναι μονότοξο με άνοιγμα 22,35 μέτρα στο επίπεδο της μέσης στάθμης του νερού . Η άντιγα του τόξου έχει πλάτος 2,20 - 2,40 μέτρα και το πάχος του στο ψηλότερο σημείο είναι 1,00 μέτρο περίπου. Οι δύο πρώτες λιθοσειρές του τόξου από την έδραση του στον βράχο αποτελούνται από λαξευμένους σχιστόλιθους μεγάλου μεγέθους, ενώ στην υπόλοιπη κατασκευή γενικά χρησιμοποιούνται μικροί ακανόνιστοι λίθοι συνδεδεμένοι με ισχυρότατο κονίαμα. Η πρώτη λιθοσειρά στο μέτωπο του τόξου, στις δυο όψεις του και σε ύψος 1,80 μέτρα από τη στά9μη του νερού εισέχει κατά 0,10 μέτρα προσδίδοντας έτσι ιδιαίτερη χάρη και πλαστικότητα στην καμπύλη του. Το οδόστρωμα από τα δύο άκρα της Γέφυρας ως την κορυφή προχωρεί με κεκλιμένα πλατύσκαλα πλάτους 0,80 - 1,00 μέτρα περίπου. Η τελική επίστρωση γίνεται καλντερίμι επιμελώς κατασκευασμένο. Στις δυο πλευρές υψώνεται στηθαίο φθάνοντας σε ύφος 0,60 μέτρα που σήμερα είναι κατεστραμμένο στο μεγαλύτερο μήκος του. Το καλντερίμι συνεχίζεται και εκατέρωθεν του Γεφυριού με στηθαίο που προστατεύει την πλευρά του προς το ποτάμι. Μετά το μονοπάτι ακολουθεί την πορεία του χωρίς στηθαίο σε κτίστη βάση επιμελώς διαμορφωμένη .Το Γεφύρι λόγω της στρατηγικής θέσης του υπήρξε θέατρο πολλών σημαντικών μαχών. Νοτιότερα, στην αριστερή πλευρά του ποταμού, υπάρχει απότομος βραχώδης λόφος με το τοπωνύμιο «Καστράκι», που ελέγχει την περιοχή. Φαίνεται πως εδώ υπήρχε κάποιας μορφής τεχνίτη οχύρωση, που συμπλήρωνε την Φυσική. Ιστορικά αναφέρεται ότι στο Γεφύρι έγινε η μάχη του Οπλαρχηγού Ι.Αγγελάκη από το χωριό Αρτοτίβα με τον Γιουσούφ Αράπη το 1818. Στις 26 Φεβρουάριου του 1828, έπειτα από την μάχη του Πλατάνου, όπως αναφέρουν στον αρχιστράτηγο Τσώρτς, οι Έλληνες οπλαρχηγοί με επικεφαλή τον Γ.Μακρή επιτέθηκαν στους Τούρκους στο Γεφύρι της Αρτοτίβας κατορθώνοντας να τους αιφνιδιάσουν και κυνηγώντας τους να τους αναγκάσουν να γυρίσουν στον Πλάτανο όπου και ταμπουρώθηκαν στα σπίτια. Γράφουν στον αρχιστράτηγο: «τους εκαρτερέψαμε και αυτουνούς, μετά την μάχη έξω από το χωριό και τους εδώσαμεν έναν χαλασμό, τρομερόν και τους επήγαμε κυνηγώντας περί τον από τρεις ώρες δρόμον». Αυτή είναι η περίφημη μάχη στη Γέφυρα της Αρτοτίβας και από τα παραπάνω στοιχεία προκύπτει ότι ζεστάθηκε η ατμόσφαιρα και ξαναζωντάνεψε η διάθεση των κατοίκων για ανταγωνιστικότητα και λευτεριά. Αποτέλεσμα αυτής της διάθεσης ήταν να ξαναρχίσουν οι εκκαθαριστικές κινήσεις των Κραβαριτών, οι οποίοι ανανεωμένοι και ξακουστοί όργωναν με πάθος της ορεινής επαρχίας αποφασισμένοι να λευτερώσουν τη γη των πατεράδων τους. Η τελευταία μεγάλη μάχη δόθηκε την 11η Οκτωβρίου του 1943 μεταξύ ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ. Το Γεφύρι παρέμεινε σε χρήση μέχρι την δεκαετία του '50, οπότε και υποκαταστάθηκε από τον νέο δρόμο Θέρμου-Πλατάνου. Πρόσφατα το Γεφύρι της Αρτοτίβας χαρακτηρίστηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο της χώρας, λόγω της ιστορικής και αρχιτεκτονικής της σημασίας (αριθμ. ΥΠΠΟ/ΑΡΧ/Β1/Φ33/39725/1077) ΦΕΚ 798/14-9-1995.
Θέση Καστράκι
Είναι σε θέση λοφώδη και πετρώδη στη βάση του οποίου το ποταμάκι (Κότσαλος) χύνεται στον Εύηνο (Φίδαρη) ποταμό. Στο νότιο μέρος όπου είναι ευήλιο βρέθηκαν κεραμίδια με επιγραφές. Λέγεται ότι εδώ βρέθηκε ένα αρχαίο νόμισμα, που έφερε την επιγραφή «Πρόσχιον». Για τον ανωτέρω λόγο ο τέως Δήμος Προσχίου κατόπιν υποδείξεως του μακαρίτη Ροντήρη Αθανασίου ονομάστηκε «Προσχίου». Οι δύο άλλες πλευρές είναι απόκρημνες. Στη νοτιοανατολική πλευρά σε βραχώδη έκταση του Κότσαλου φαίνονται ερείπια παλαιάς γέφυρας. Στη δυτική θέση βρίσκεται το τοξοειδή γεφύρι της Αρτοτίβας, πάνω σε απόκρημνα βράχια και σε σημείο ασφαλές διότι πιο πάνω πριν από αυτό υπάρχουν δύο εκατέρωθεν ψηλοί και απόκρημνοι βράχοι, οι οποίοι ανακόπτουν τα ορμητικά νερά του Ευήνου. Από το σημείο αυτό περνούσαν από την Ευρυτανία και την Ορεινή Ναυπακτία στην επαρχία Τριχωνίδας και Μεσολογγίου οι διαβάτες όπου ήταν το μοναδικό σημείο διόδου και διαδραματίστηκαν επί Τουρκοκρατίας πολλά σημαντικά πολεμικά γεγονότα. Στην κορυφή του πετρώδες λόφου ήταν, καθώς φαίνεται, μικρό φρούριο προς φύλαξη της διόδου για τούτο η θέση αυτή ονομάστηκε «Καστράκι».